Πάρεση προσωπικού νεύρου (πάρεση Bell)

Πρόκειται για την παράλυση της μισής πλευράς του προσώπου, χωρίς κάποια προφανή αιτία.
Τα συμπτώματα μπορεί να διαφέρουν σε κάθε περίπτωση, αλλά κατά κανόνα περιλαμβάνουν: αδυναμία ελέγχου των μυών της μίας πλευράς του προσώπου (ή σπανιότερα και των δύο), μυϊκές συσπάσεις, πτώση του βλεφάρου και της γωνίας του στόματος, καθώς και αίσθηση βουητού στα αυτιά. Στην πλευρά που έχει πληγεί, το μάτι και το μισό στόμα αδυνατεί να κλείσει πλήρως, κατά συνέπεια υπάρχει μία αίσθηση ξηρότητας στο μάτι και πιθανόν διαφυγή σάλιου από το στόμα.
Πολλές φορές τα συμπτώματα συγχέονται με αυτά του εγκεφαλικού, με την διαφορά ότι το εγκεφαλικό συνοδεύεται από κάποια επιπλέον, όπως παράλυση των άκρων του σώματος, ενώ η πάρεση Bell αφορά μόνο το πρόσωπο.
Για την βέβαιη διάγνωση ο ασθενής πρέπει να απευθυνθεί σε γιατρό το συντομότερο δυνατό, καθώς και οι δύο περιπτώσεις (εγκεφαλικού ή πάρεσης Bell) κρίνονται πολύ σοβαρές και χρήζουν άμεσης ιατρικής παρακολούθησης, για να αντιμετωπιστούν κατάλληλα.
Τα αίτια της νόσου δεν έχουν διευκρινιστεί με σαφήνεια. Κατά περιπτώσεις έχει διαπιστωθεί ότι οφείλεται σε κάποια λοίμωξη του ανώτερου αναπνευστικού ή διαβήτη, ενώ επικρατέστερη θεωρία είναι ότι οφείλεται σε ιογενή μόλυνση του προσωπικού νεύρου (ιογεννής μηνυγγίτιδα ή μόλυνση από τον ιό του έρπη που προσβάλει τα χείλη). Πρέπει να τονιστεί ότι αν και ιογενής η ασθένεια δεν είναι μεταδοτική.
Η θεραπεία βασίζεται στην λήψη στεροειδών και ειδικότερα κορτικοστεροειδή, μαζί με αντιϊκά φάρμακα και οι ασθενείς, συνήθως, βελτιώνονται αισθητά εντός μίας εβδομάδας από την έναρξη της θεραπείας. Επιπλέον, λόγω της αδυναμίας να κλείσει πλήρως το μάτι, προκαλείται ξηρότητα και χορηγούνται τεχνητά δάκρυα και οφθαλμικές αλοιφές, για την προστασία του οφθαλμού.
Για την πλήρη αποκατάσταση του προσώπου απαιτούνται φυσιοθεραπείες, με το ποσοστό επιτυχούς αποκατάστασης να φτάνει το 80-85% και μάλιστα εντός 2-3 εβδομάδων. Σε σπάνιες περιπτώσεις απαιτείται χειρουργική επέμβαση για την αποκατάσταση του προσώπου.